You are using an outdated browser. For a faster, safer browsing experience, upgrade for free today.

Loading...

Μεγαλώνοντας σε φυσιολογικές δυσλειτουργικές οικογένειες

Μεγαλώνοντας σε φυσιολογικές δυσλειτουργικές οικογένειες

Πώς μπορεί να μοιάζουν οι σχέσεις μέσα στις οικογένειες;

Συνηθίζουμε να λέμε ότι κάποιες καταστάσεις και συμπεριφορές είναι φυσιολογικές και ότι έτσι είναι τα πράγματα, ζώντας σε μια αίσθηση αυτόματου πιλότου. Στην οικογένεια μας μαθαίνουμε τους πρώτους τρόπους που συναντιούνται οι άνθρωποι, πώς έρχονται κοντά και απομακρύνονται, τί επιτρέπεται και τί είναι μη αποδεκτό στις σχέσεις. Μέσα από την εμπειρία μας σχηματίζουμε το πώς βλέπουμε τις σχέσεις, πώς βλέπουμε τον εαυτό μας αλλά και τον κόσμο γενικότερα. Είναι ο τόπος που μάς μαθαίνει εάν ο κόσμος είναι ένας ασφαλές ή εχθρικό μέρος.

Σε μια οικογένεια φτιάχνουμε αλληλεπιδράσεις όπου σαν γονείς γινόμαστε απρόβλεπτοι, κάνοντας χαοτικές συμπεριφορές και δίνοντας μπερδεμένα μηνύματα, συμπεριφερόμαστε εχθρικά και επιθετικά, γινόμαστε γονείς που δεν μπορείς να τους εμπιστευτείς ή που δεν σέβονται τα όρια σου. Συχνά δεν ακούμε τα παιδιά μας και αρνιόμαστε τις συναισθηματικές τους ανάγκες είτε άμεσα είτε έμμεσα λέγοντας ότι εμείς ξέρουμε καλύτερα από εκείνα τι χρειάζονται. Σε κάθε άλλη περίπτωση θα ρωτούσαμε τον συνομιλητή μας τί θέλει, εκτός από τα παιδιά, θεωρώντας εκ προοιμίου ότι δεν μπορούν να ξέρουν για τα ίδια αν κρυώνουν, αν πεινάνε ή αν πονάνε.

Σε περιπτώσεις που υπάρχει κάποιο δύσκολο θέμα όπως ένα διαζύγιο, ένας θάνατος ή κάτι που πρέπει να μείνει κρυφό, οι συμπεριφορές μας προσαρμόζονται έτσι ώστε να δίνεται το μήνυμα ότι υπάρχει κάτι εκεί που δεν είναι ξεκάθαρο και που διαταράσσει την ασφάλεια των άλλων σταθερών αφηγήσεων που έχουμε χτίσει μεταξύ μας. Δημιουργείται μια ερώτηση που δεν απαντιέται, ξανά και ξανά.

Τί μαθαίνουμε όταν βρισκόμαστε μέσα σ’ αυτές τις σχέσεις;

Όταν είμαστε μέρος αυτών των σχέσεων, σαν παιδιά διαμορφώνουμε εικόνες του πώς είναι τα πράγματα, πώς συμπεριφέρονται δυο άνθρωποι που αγαπιούνται, πώς συμπεριφέρομαι στον εαυτό μου και τί να περιμένω από τους άλλους. Μέσα σε τέτοιες σχέσεις μαθαίνουμε ότι δεν μπορούμε να εμπιστευόμαστε τους ανθρώπους ή τις προθέσεις τους, δεν ξέρουμε πώς και αν μας επιτρέπεται να ζητήσουμε βοήθεια γιατί μπορεί κανείς να μην μάς ακούσει ή να μάς απορρίψει, η σκέψη μας δεν μπορεί να συνδεθεί και να αναγνωρίσει τα συναισθήματα που έχουμε και το πιο σημαντικό, δεν ξέρουμε πώς να εκφράσουμε τις ανάγκες μας. Ένα παιδί που δεν του δίνουν τον χώρο να μοιραστεί τις ανάγκες του, να δείξει την απογοήτευση ή τον φόβο του, που δεν αναγνωρίζονται οι επιτυχίες του γιατί ποτέ τίποτα δεν είναι αρκετό για τους γονείς, ένα τέτοιο παιδί μαθαίνει ότι όλα-αυτά-που-είναι δεν αξίζουν να εκφραστούν, ότι δεν είναι σημαντικό και ότι δεν μπορεί να τα καταφέρει. Ένα τέτοιο παιδί μαθαίνει ότι οι άνθρωποι δεν είναι ασφαλείς και γι’ αυτό αναπτύσσει τρόπους για να τα βγάζει πέρα με το χάος.

Σε μια οικογένεια που οι καυγάδες κρύβονται ή τίποτα δύσκολο δε συζητιέται, το παιδί θα πάρει το μήνυμα ότι το φυσιολογικό είναι να κρύβεις τον θυμό σου και άλλα δυσάρεστα συναισθήματα, ότι απαγορεύεται να μαλώνουμε και φυσικά δε θα αναπτύξει τρόπους να διαχειρίζεται τις άβολες συζητήσεις και τις διαφωνίες, σχηματίζοντας μια μη ρεαλιστική εικόνα για τις σχέσεις. Μπορεί να νιώθει ότι κάτι συμβαίνει αλλά να μην μπορεί να το βάλει σε λέξεις, γεγονός που μπορεί να κάνει το παιδί να βρει άλλους τρόπους να το εκφράσει, όπως μέσα από ένα σύμπτωμα.

Πώς μπλέκουμε το παιδί μέσα σε αυτά;

Μια αγαπημένη προσαρμογή της δυάδας είναι να γίνεται τρίγωνο όταν δεν τα καταφέρνει. Οι γονείς συχνά εμπλέκουμε τα παιδιά μας στη συντροφική σχέση όταν δεν μπορούμε να ικανοποιήσουμε τις ανάγκες μας απευθείας μέσω του συντρόφου μας. Βγάζουμε, έτσι, το παιδί από τον ρόλο του παιδιού και το κάνουμε πιόνι, σύντροφο, βράχο ή και θεραπευτή μας για να επικοινωνήσουμε όλα εκείνα που δεν μπορούμε με άλλο τρόπο. Μέσα από το παιδί υπονοούνται μηνύματα ή παράπονα και ζητάμε να μάς φροντίσει ανάγκες που δεν είναι η δουλειά του να το κάνει. Με λίγα λόγια του ζητάμε να σταματήσει να είναι παιδί και να είναι κάτι άλλο. Το παιδί θα πάρει αυτόν τον ρόλο γιατί οι γονείς του είναι οι πιο σημαντικοι του άνθρωποι με αποτέλεσμα οι ανάγκες του να μπαίνουν σε δεύτερη μοίρα. 

Κάτι που συναντάω συχνά στη θεραπεία είναι παιδιά που είχαν γίνει το συναισθηματικό στήριγμα ενός γονέα να έχουν μεγάλο και καταπιεσμένο θυμό και επιθετικότητα απέναντι του. Ο θυμός αυτός που βγαίνει σε υπονοούμενα, κόντρες, μαλώματα και παιχνίδια εξουσίας είναι μια αντίδραση στον πόνο που για χρόνια προκαλούσαν αυτές οι σχέσεις και έκαναν τις ανάγκες του να μην φροντίζονται στα πιο ευάλωτα χρόνια της ζωής του.

Αν είμαστε μέρος μιας τέτοιας οικογένειας τι μπορούμε να κάνουμε;

Είναι σημαντικό αρχικά να το αναγνωρίσουμε και να το παραδεχθούμε. Οι γονείς μας είναι άνθρωποι που έχουν τα δικά τους άλυτα τραύματα στην πορεία της ζωής τους και μπορεί να μην είναι ικανοί να μας ζητήσουν συγγνώμη για ό, τι έχουν κάνει και να μας καταλάβουν. Αν αναρωτηθούμε πόσο χρονών είναι συναισθηματικά οι γονείς μας θα καταλάβουμε καλύτερα ποιες ανάγκες τους δεν έχουν φροντιστεί στις δικές τους σχέσεις. Ο σκοπός είναι να επιτρέψουμε ό, τι νιώθουμε να το νιώσουμε χωρίς να το αποφεύγουμε ακόμα κι αν η άλλη πλευρά δεν μπορεί να μας δικαιώσει ή να μας φροντίσει. 

Το παρελθόν έχει πάντα τους λόγους του αλλά το πώς το ερμηνεύουμε είναι το δικό μας ταξίδι.

(Το κείμενο δημοσιεύθηκε στην έντυπη και ηλεκτρονική εφημερίδα Hellenic DNA της Ν. Υόρκης)